ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ
Ώρα δειλινού,
του φθινοπώρου τα νέφη στίβουν το φουστάνι να στεγνώσει τ΄ ουρανού
και στου απόβροχου τη σκόλη
βγαίνουν για σεργιάνι οι σαλίγκαροι όλοι
κάτω απ΄ το ξεθωριασμένο παρασόλι
του ήλιου. Τώρα, η λάμια
η γη λιάζει τα βρεγμένα της τα χράμια
με των κάμπων τα πλουμίδια
κι από τα χορτάρια
κι από τα ψηλά γρασίδια
οι σταλαγματιές γλιστρούνε χάντρες
και μαργαριτάρια
από ουράνια δαχτυλίδια.
Τις μαζώνουν οι νεράιδες οι ανυφάντρες
μες στα υπόγεια τους σεράγια και στ΄ ανήλια
πολυέλαιους κι αργυρά καντήλια
σε πλεμάτια κρυσταλλένιες μπάλες-
μάγισσα γριά κι η αράχνη τις κρεμάει μες στις κουφάλες.
Και λογής λογής
ένα ένα όλα τα ζούδια
ξεφαντώνουν απ΄τη γης
κι από μέσα από τα φλούδια.
Κι ένας μέρμηγκας σκαλώνει σ΄ ένα αγκάθι φουντωτό
ν΄αγναντέψει όλο τον κόσμο από τέτοιο λιακωτό.
Να, το αυλάκι κάνει χάζι
το άχυρο – σχεδία που αράζει
και το δρασκελούν βαθράκοι.
Κόσμοι ολόκληροι ζωύφια
ταξιδεύουν με πιρόγες τα κελύφια.
Κρύα ανατριχίλα στα νερά.
Σαν πεταλουδιώνε σμάρι
τώρα ο σίφουνας θα πάρει
απ΄ τα δέντρα όλα τα φύλλα τα ξερά.
Στα καλάμια τη φλογέρα του φυσάει
κι όπως πάει, πάει, πάει
ο άνεμος -τσοπάνος- σαλαγάει
σ΄άλλα πια λημέρια
σ΄άλλο τώρα χειμαδιό τα καλοκαίρια.
Μελισσάνθη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου