Κυριακή 22 Μαρτίου 2009

Joan Margarit : σ' αυτόν τον ξερό κήπο ενός φθινοπώρου με τα φαντάσματα των ρόδων. Ο κήπος της νιότης μου: η αυλή του φόβου.


Foto: vineyards, flickr

Τρεις γυναίκες

Αυτή τη φωτογραφία τη βγάλαμε
τρία χρόνια μετά το τέλος του πολέμου.
Είναι στον κήπο, στην πραγματικότητα στην αυλή
την παραμελημένη, στο πίσω μέρος του σπιτιού.
Κανείς απ' όσους είμαστε δεν χαμογελά.
Ο φόβος διαποτίζει τα ρούχα μας
φθαρμένα και μπαλωμένα πολλές φορές,
ακριβώς όπως και οι οικογένειες.
Κοιτάμε την κάμερα: η μητέρα μου
με τα μαλλιά της χτενισμένα κότσο σαν σε ταινία
της κατεχόμενης Γαλλίας, και η γιαγιά μου
να κουνάει ένα μαντίλι στα χέρια της
σ' έναν γιο, που ακόμα βρίσκεται στη φυλακή.
Την άλλη γυναίκα σχεδόν δεν τη θυμάμαι:
μία θεία μου, αδύνατη από τα βάσανα,
που πέθανε από καρδιά μετά από μερικούς μήνες.
Ανάμεσα στις τρεις, σε ποδήλατο, σοβαρός
σαν ένας ενήλικος, τεσσάρων χρόνων.
Πόσο λίγα μένουν πια
φυλαγμένα στο καλύβι της μνήμης,
που βλέπει σ' αυτόν τον ξερό κήπο ενός φθινοπώρου
με τα φαντάσματα των ρόδων.
Ο κήπος της νιότης μου: η αυλή του φόβου.

Joan Margarit
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Σάββατο 21 Μαρτίου 2009

Gastón Baquero: Εκεί στο μακρινό καμπαναριό του Βυζαντίου κυμάτιζε το φλάμπουρο περιστοιχισμένο χελιδόνια.


Ilya Repin: Bridge Abramtsevo

Εξομολόγηση ενός έφορα του Βυζαντίου*

Το φθινόπωρο του επτακόσια
Εξασφάλισα για τη θεία μου Ευφροσύνη Μιτικλός
έναν τίτλο αυλικής.
Γιατί εκείνη την εποχή της παρακμής
Μόνο οι γυναίκες του παλατιού έχαιραν υπόληψης
στο Βυζάντιο.

Μόλις της αποδόθηκε η τιμή, ζήτησα ως αντάλλαγμα,
Υφάσματα από κόκκινο βελούδο φερμένα από το Τουρκεστάν,
φάλαρα διαμαντένια για την αγαπημένη μου φοράδα,
άνθη ξεραμένα δύο αιώνες πριν, κιλίμια από το Βόσπορο,
κηροπήγια αγορασμένα αντί σικάλεως στη Βασόρα:
όλα όσα θα ομόρφαιναν το σπιτικό μου
για να δεχθώ ευπρεπώς σ’ αυτό την Ευφροσύνη Μιτικλός.

Όλα μου τα αρνήθηκε το άσπλαχνο αρπακτικό.
Ενώπιον του Μέγα Βασιλέα με κατηγόρησε για μισθαρνία, χρηματισμό,
και σκαιότητα προς τους αγαπημένους γάτους του Αυτοκράτορα.
Πεσμένη κατάχαμα στο σχήμα του σταυρού ορκίστηκε ότι είχα δηλητηριάσει
τη γάτα που κοιμότανε πλάι στο στήθος του Κωνσταντίνου·
με αφάνισε, με έριξε στον όχλο, ξεπλήρωσε με χολή
όλη μου την αβρότητα για δαύτη.

Και καταδικάστηκα
να αιωρούμαι από το λαιμό στο πιο ψηλό καμπαναριό
της μητρόπολης του Βυζαντίου. Θηλιά του απαγχονισμού έγινε
το μακρύ βελούδο ύφασμα φερμένο από το Τουρκεστάν: κι εκεί ψηλά έμεινα,
κυματίζοντας στα σύννεφα σαν λάβαρο της μάχης·
τα παιδιά, στην πλατεία, ζητωκραύγαζαν θαρρώντας με, κόκκινο χαρταετό
που κάποιος ύψωσε για να διασκεδάσουν. Χειροκροτούσαν αδιάκοπα,
και έτσι γνώρισα, βουτηγμένος στη ταπείνωση, μια κατά λάθος ευχάριστη
αποθέωση. Έφυγα από τον κόσμο εν μέσω επευφημιών, και η Ευφροσύνη Μιτικλός
απόμεινε οριστικά ηττημένη. Εκεί στο μακρινό καμπαναριό του Βυζαντίου
κυμάτιζε το φλάμπουρο περιστοιχισμένο χελιδόνια.

Κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν είχα έναν θάνατο ωραίο.

* Τραγική οβερτούρα, Μπραμς

Gastón Baquero, 1968
Μετ. Ελένη Χαρατσή
Εκδόσεις: μικρή άρκτος

Τί να σου πω, φθινόπωρο, που πνέεις από τα φώτα της πολιτείας και φτάνεις ως τα νέφη τ' ουρανού;


(ΤΙ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ, ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ...)

Τί να σου πω, φθινόπωρο, που πνέεις από τα φώτα
της πολιτείας και φτάνεις ως τα νέφη τ' ουρανού;
Ύμνοι, σύμβολα, ποιητικές, όλα γνωστά από πρώτα,
φυλλορροούν στην κόμη σου τα ψυχρά άνθη του νου.

Γίγας, αυτοκρατορικό φάσμα, καθώς προβαίνεις
στο δρόμο της πικρίας και της περισυλλογής,
αστέρια με το μέτωπο, με της χρυσής σου χλαίνης
το κράσπεδο σαρώνοντας τα φύλλα καταγής,

είσαι ο άγγελος της φθοράς, ο κύριος του θανάτου,
ο ίσκιος που, σε μεγάλα βήματα· φανταστικά,
χτυπώντας αργά κάποτε στους ώμους τα φτερά του,
γράφει προς τους ορίζοντες ερωτηματικά...

Ενοσταλγούσα, ριγηλό φθινόπωρο, τις ώρες,
τα δέντρα αυτά του δάσους, την έρημη προτομή.
Κι όπως πέφτουνε τα κλαδιά στο υγρό χώμα, οι οπώρες,
ήρθα να εγκαταλειφθώ στην ιερή σου ορμή.

Κώστας Καρυωτάκης, 1927

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009

Juan Ramón Jiménez: Σε μια αποσύνθεση της ομορφιάς, η ζωή γυμνώνεται, και ακτινοβολεί η μεγαλοπρέπεια της θείας αλήθειας της.


Φθινόπωρο

Σκορπά ο Οκτώβρης, στη χαλαρή κίνηση
του νοτιά, τα χρυσαφιά και τα κόκκινα φύλλα,
και, η σαφής πτώση των φύλλων,
σηκώνεται στο άπειρο της σκέψης.

Τί γλυκιά γαλήνη σ' αυτή την απόσταση
απ' όλα· Ω λιβάδι όμορφο που μαδάς
τα λουλούδια σου· ω νερό κρύο πια, που μουσκεύεις
με το τρεμάμενο κρύσταλλό σου τον άνεμο!

Ξόρκι χρυσό! Φυλακή καθαρή
στην οποία το κορμί, καμωμένο ψυχή, συγκινείται,
ριγμένο στο πράσινο ενός λόφου!

Σε μια αποσύνθεση της ομορφιάς,
η ζωή γυμνώνεται, και ακτινοβολεί
η μεγαλοπρέπεια της θείας αλήθειας της.

Juan Ramón Jiménez
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2009

Ας εκμεταλλευθούμε το φθινόπωρο πριν το μέλλον καταψυχθεί και δεν υπάρχει χώρος για την ομορφιά γιατί το μέλλον, μας επιστρέφεται παγωμένο


Φθινόπωρο

Ας εκμεταλλευθούμε το φθινόπωρο
πριν ο χειμώνας μας μπαζώσει
ας μπούμε με αγκωνιές στα κρόσσια του ήλιου
κι ας θαυμάσουμε τα πουλιά που μεταναστεύουν

Τώρα που ζεσταίνει την καρδιά
αν και πότε πότε και λίγο λίγο
ας σκεφτούμε κι ας αισθανθούμε ακόμα
με την παλιά τρυφερότητα που μας μένει

Ας εκμεταλλευθούμε το φθινόπωρο
πριν το μέλλον καταψυχθεί
και δεν υπάρχει χώρος για την ομορφιά
γιατί το μέλλον, μας επιστρέφεται παγωμένο

Mario Benedetti
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Από την ποιητική συλλογή "Αϋπνία και υπνάκος" του Mario Benedetti.

Τρίτη 17 Μαρτίου 2009

Rubén Dario: Πάει πια ο καιρός του ανέμελου χαμόγελου: Αφήστε τον τυφώνα να παρασύρει την καρδιά μου!


Του φθινοπώρου

Γνωρίζω ότι υπάρχουν εκείνοι που λένε: Γιατί δεν τραγουδά τώρα
μ' εκείνη την αρμονική τρέλα του παρελθόντος;
Αυτοί δεν βλέπουν το βαθύ έργο της ώρας,
την εργασία του λεπτού και το θαύμα του έτους.

Εγώ, φτωχό δέντρο, έφτιαξα, στον έρωτα της αύρας,
όταν άρχισα να μεγαλώνω, μια περιπλανώμενη και γλυκιά σιωπή.
Πάει πια ο καιρός του ανέμελου χαμόγελου:
Αφήστε τον τυφώνα να παρασύρει την καρδιά μου!

Rubén Dario
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

Μαραμένα και άχρηστα θα σέρνονται στο έδαφος, θα στριφογυρίζουν στη φωτιά. Έχοντας μετατραπεί σε καπνό θα φτάσουν στη δόξα την αβέβαιη και άστατη...


Ένα σχεδίασμα του Οκτώβρη

Πράσινα για τελευταία φορά,
τα φύλλα διηγούνται τις ιστορίες τους,
τίθενται ερωτήματα,
ανταλλάσσουν αναμνήσεις,
συμφιλιώνονται ή αφήνονται να μιλούν
όσο ο άνεμος το επιτρέπει.

Αύριο, ολόκληρο το κορμί τους θα πληγωθεί.
Όλος ο χρόνος που έζησαν πέφτει πάνω τους
όπως ο όλεθρος ενός κεραυνού.

Μαραμένα και άχρηστα θα σέρνονται στο έδαφος,
θα στριφογυρίζουν στη φωτιά.

Έχοντας μετατραπεί σε καπνό
θα φτάσουν στη δόξα
την αβέβαιη και άστατη του δάσους των νεφών

José Emilio Pacheco
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Ο José Emilio Pacheco (Πόλη του Μεξικού, 1939) είναι ποιητής, μεταφραστής, δοκιμιογράφος, διηγηματογράφος και νομπελίστας.

Ανήκει στη γενιά του '50, αποτελούμενη επίσης από τους Carlos Monsiváis, Eduardo Lizalde, Sergio Pitol, Juan Vicente Melo, Vicente Leñero, Juan García Ponce, Sergio Galindo y Salvador Elizondo.

Ο Pacheco υπήρξε καθηγητής στο UNAM, στο πανεπιστήμιο του Maryland (College Park), στο παμεπιστήμιο του Essex, και σε κάποια άλλα των ΗΠΑ, Καναδά και του Ηνωμένου Βασιλείου. Τιμήθηκε με τα βραβεία: José Donoso (2001), Octavio Paz (2003), el Pablo Neruda (2004), el Ramón López Velarde (2003), el Alfonso Reyes (2003), el José Asunción Silva (1996), Xavier Villaurrutia (1973), y el García Lorca (2005).

Το ποιητικό του έργο περιλαμβάνει: Los elementos de la noche (1963); El reposo del fuego (1966); No me preguntes cómo pasa el tiempo (1969); Irás y no volverás (1973); Islas a la deriva (1976); Desde entonces (1980); Trabajos en el mar (1983). Todos estos libros fueron reunidos bajo el título Tarde o temprano. Algunos de sus textos en prosa son: El viento distante y otros relatos (1963), Morirás lejos (1967), El principio del placer (1972) y Batallas en el desierto (1981).

Αναμφίβολα, ο José Emilio Pacheco είναι ένα σημαντικό κεφάλαιο στην ισπανόφωνη λογοτεχνία και μέλος του Εθνικού Κολλεγίου της χώρας του.

Σάββατο 14 Μαρτίου 2009

Είναι υγρή η γη από τις σταγόνες της δροσιάς, και χρυσαφένια η αλέα, προς την καμπύλη του ποταμού.Ανάμεσα στους μαβιούς λόφους...


Φθινοπωρινό ξημέρωμα

Στον Julio Romero de Torres

Ένας μακρύς δρόμος
ανάμεσα σε γκρίζους βράχους,
και κάποιο ταπεινό λιβάδι
όπου βόσκουν μαύροι ταύροι. Bάτα, χαμόκλαδα, θάμνοι.

Είναι υγρή η γη
από τις σταγόνες της δροσιάς,
και χρυσαφένια η αλέα,
προς την καμπύλη του ποταμού.
Ανάμεσα στους μαβιούς λόφους
σπάζοντας την πρώτη αυγή·
με την καραμπίνα στην πλάτη,
ανάμεσα στα πανέξυπνα λαγωνικά του,
περπατά ένας κυνηγός.

Antonio Machado
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009

Φθινόπωρο με τα χρυσά χέρια: με το τραγούδι της θάλασσας να αντηχεί στο ατέλειωτο στήθος σου, χωρίς στάχυα ή αγκάθια... José Hierro


Foto: Francesc Muntada. Φθινόπωρο

Φθινόπωρο

Φθινόπωρο με τα χρυσά χέρια.
Χρυσόσκονη σκορπούν τα χέρια σου στο δρόμο.
Γύρισες πίσω στα παλιά έρημα τοπία.
Τυλιγμένο το κορμί σου απ' όλους τους ανέμους, απ' όλους τους αιώνες.

Φθινόπωρο με τα χρυσά χέρια:
με το τραγούδι της θάλασσας να αντηχεί στο ατέλειωτο στήθος σου,
χωρίς στάχυα ή αγκάθια που να μπορούν να πληγώσουν το αύριο,
με την αυγή που μουσκεύει τον ουρανό της στα λουλούδια του κρασιού
για να δώσει χαρά σ' όποιον ξέρει να ζήσει
ήρθες ξανά.
Με τον καπνό και τον άνεμο και το τραγούδι και το κύμα που αναδευόταν,
στην μεγάλη φλεγόμενη καρδιά σου.

José Hierro
De "Quinta del 42" 1952
Μετ. Μαριάννα Τζανάκη

...και για να τύχει ποτέ να σε ξεχάσω πρέπει χειμώνας να'ρθει κοντά μα πάντα θα'ρχονται τα φύλλα τα φύλλα που είναι φθινοπωρινά.



Φύλλα φθινοπωρινά

Όταν θα πέσουνε ξανά
κι αυτά τα φύλλα
θα φύγει για άλλη μια φορά
ένα φθινόπωρο
για να θυμάμαι πιο πολύ
εσένα αγάπη
σ' έχω χαράξει μες στη καρδιά

και για να τύχει ποτέ να σε ξεχάσω
πρέπει χειμώνας να'ρθει κοντά
μα πάντα θά 'ρχονται τα φύλλα,
τα φύλλα που είναι φθινοπωρινά.

Στη μνήμη μου έρχονται ξανά
τα δυο σου χείλια
τότε που ήταν τα φιλιά καλοκαιρινά
μα τώρα γύρω πέφτουνε
μονάχα φύλλα
φύλλα που είναι φθινοπωρινά

και για να τύχει ποτέ να σε ξεχάσω
πρέπει χειμώνας να'ρθει κοντά
μα πάντα θα'ρχονται τα φύλλα
τα φύλλα που είναι φθινοπωρινά.

Φίλιππος Νικολάου

Όσο περνά ο καιρός και προχωρώ βαθύτερα στο ακίνητο φθινόπωρο που μαλακώνει πλένοντας με φως τα πεζοδρόμια, τόσο βλέπω στη χρυσωμένη δωρεά του ήλιου..


Nigel Kennedy - Solitude

Ερείπια της Παλμύρας

Όσο περνά ο καιρός και κάνω ένα προχώρημα
βαθύτερο μες στην παραδοχή, τόσο καταλαβαίνω
γιατί βαραίνεις κι αποχτάς τη σημασία
που δίνουν στα ερείπια οι άνθρωποι. Εδώ που όλα
σκουπίζονται, τα μάρμαρα κι οι πέτρες κι η ιστορία
μένεις εσύ με την πυρακτωμένη σου πνοή για να θυμίζεις
το πέρασμα ανάμεσα στην ομορφιά, τη μνήμη
εκείνου που εσίγησε ανεπαίσθητα εντός μου
σφαδάζοντας στην ίδια του κατάρρευση κι ακόμα
τους άλλους που ανύποπτοι μες σε βαρύν ύπνο διαρρέουν

Όσο περνά ο καιρός και προχωρώ βαθύτερα
στο ακίνητο φθινόπωρο που μαλακώνει πλένοντας
με φως τα πεζοδρόμια, τόσο βλέπω
στη χρυσωμένη δωρεά του ήλιου μια εγκατάλειψη
για όσα περιμένω και δεν πήρα, για όσα
μου ζήτησαν κι αρνήθηκα μη έχοντας, για όσα
μοιράστηκα απερίσκεπτα και μένω
ξένος και κουρελιάρης τώρα

Μα όταν
μες στη θρυμματισμένη θύμηση αναδεύω
ερείπια, βρίσκω απόκριση βαθιά γιατί τα μάρμαρα
κι οι πέτρες κι η ιστορία μένουν για να θυμίζουν
το πέρασμά σου ανάμεσα στην ομορφιά- απόκριση
για όσα περιμένω και δεν πήρα.

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου

Ό,τι φαντάστηκα ήταν απάτη κι αν κάτι έλπιζα έχει χαθεί τέτοιο φθινόπωρο χωρίς αγάπη τέτοιο φθινόπωρο μην ξαναρθεί...


Εικόνες απ' την Ξάνθη



Πρώτο Φθινόπωρο

Ένα παράπονο και ένα δάκρυ
πρώτο φθινόπωρο πρώτη βροχή
απόψε η σκέψη μου δε βρίσκει άκρη
απόψε λύγισε η αντοχή

Ένα σκοτείνιασμα που με βαραίνει
πικρή ανάμνηση σαν μαχαιριά
πρώτο φθινόπωρο που με πεθαίνει
πρώτο φθινόπωρο χωρίς χαρά

Ό,τι φαντάστηκα ήταν απάτη
κι αν κάτι έλπιζα έχει χαθεί
τέτοιο φθινόπωρο χωρίς αγάπη
τέτοιο φθινόπωρο μην ξαναρθεί

Βαγγέλης Κορακάκης

Τρίτη 10 Μαρτίου 2009

...αν δεν πέσεις φύλλο κίτρινο απ` του αέρα το κλαδί στο χώμα δε διασχίζεις φθινόπωρο


Myasoedov, Autumn Morning
"Αντιγραφές"

Πουλί των κεραυνών
τι να σου σφυρίξω εγώ το ράμφος της φοβίας

θα σου μιλήσω
με των βροχών τα νήματα και μια ζεστή φωνή
άλλα μολύβια γιατρικά δεν έχω

βάζε εσύ κάπου κάπου τελεία ανάσα
εκεί που δακρύζουνε οι λέξεις
να προστατέψουμε την καρδιά μας
και πες για τις γραφές

αν δεν πέσεις φύλλο κίτρινο
απ' του αέρα το κλαδί στο χώμα
δε διασχίζεις φθινόπωρο

Σωκράτης Ξένος

Κυριακή 8 Μαρτίου 2009

Καλόγερος : Φθινόπωρο, χαϊκού... δίνω και παίρνω ψυχρή ισορροπία εικόνας-μυαλού


Φθινόπωρο(χαϊκού)

φύλλα πεσμένα
σε χαλί που γυαλίζει
καθρέφτης ψυχής

υγρές μυρωδιές
μου θολώνουν τα μάτια
με τη συννεφιά

νέα εποχή
μαζί νέα χρώματα
βάφουν τη φύση

δίνω και παίρνω
ψυχρή ισορροπία
εικόνας-μυαλού

ζεστή συντροφιά
μαζί ταξιδεύουμε
σε χρόνο κυρτό

Καλόγερος

Σάββατο 7 Μαρτίου 2009

Τόσα εφήμερα Φθινόπωρα χάρτες ακατάληπτων εφήμερων ονείρων σέπονται και εκείνο το φύσημα μόνο τη σαπίλα αναταράσσει


Φωτό: Δημοσθένης Μιχαλακόπουλος
εφήμερα

ένα φύλλο ξερό που εγκατέλειψε το σώμα που το έθρεψε
χάρτης ονείρων που οι διαδρομές του έγιναν πικρό χαμόγελο
σε ρυτιδιασμένο απόβραδο

ένα φύλλο ξερό που χορεύει στο φύσημα ενός παιδιού
άνεμος που καβαλικεύει τις οροσειρές των χρόνων και φτάνει ως εδώ
αναστεναγμός ασθενής

σε ένα ξερό φύλλο οι πόθοι μας
μαριονέτα που τρεμοπαίζει δεμένη με φως πάνω στις βλεφαρίδες του ύπνου
και πηγαινοέρχεται
αναλόγως το πρόσταγμα εκείνου του παιδιού που ξεφυσά,
παιχνιδίζοντας ακόμα
και με τα όνειρα που χάραξε σε ένα πράσινο φύλλο που ξεράθηκε

Τόσα εφήμερα Φθινόπωρα
χάρτες ακατάληπτων εφήμερων ονείρων σέπονται και εκείνο το φύσημα
μόνο τη σαπίλα αναταράσσει

Δημοσθένης Μιχαλακόπουλος

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2009

Γυμνό το δέντρο ακουμπά στο δρόμο που γυαλίζει στη γύμνια με παρέσυρε, φθινόπωρο μυρίζει υγρές όλες οι μυρωδιές, υγραίνουν και τα μάτια ....


Lugano, ο Κήπος 27-10-07

Φθινόπωρο

Γυμνό το δέντρο ακουμπά στο δρόμο που γυαλίζει
στη γύμνια με παρέσυρε, φθινόπωρο μυρίζει
υγρές όλες οι μυρωδιές, υγραίνουν και τα μάτια
τα φύλλα έγιναν χαλί από πολλά κομμάτια

το φως σε φτάνει εύκολα, μα τώρα είναι που λείπει
τα σύννεφα ξυπνήσανε, κοιμήθηκαν οι κήποι
πρώτη φορά παρατηρώ αυτά τα μονοπάτια
η αλλαγή της εποχής μου δίνει νέα μάτια

μου δίνει νέα χρώματα τον κόσμο μου να βάψω
το κόκκινο, το κίτρινο, φωτιά που δε θ' ανάψω
ισορροπία απόλυτη, τι παίρνω και τι δίνω
φύση, δεν κρίνεις αυστηρά, όμως εγώ σε κρίνω

είμαι σε δρόμο σκοτεινό χωρίς να νιώθω μόνος
με τον αέρα που φυσά μου ψιθυρίζει ο χρόνος
το κρύο θέλει συντροφιά κι εγώ έχω εσένα,
οι ράγες είμαστε εμείς και οι εποχές τα τρένα...

Kαλόγερος

Lugano 27-10-07